υπομάλης

υπομάλης
Ν
επίρρ. κάτω από τη μασχάλη («τα όπλα υπομάλης»).
[ΕΤΥΜΟΛ. < φρ. ὑπὸ μάλης].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • υπομάλης — επίρρ. τοπ. 1. κάτω από τη μασχάλη, παραμάσχαλα: Κρατούσε το δέμα υπομάλης. 2. μτφ., κρυφά, λαθραία: Έφερε στην Ελλάδα απαγορευμένα περιοδικά υπομάλης …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • διαμάσχαλα — και διάμασχα και διαμάσκαλα επίρρ. κάτω από τη μασχάλη, υπομάλης. [ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. μαρτυρείται από το 1894 στην εφημερίδα Εστία] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”